24 Μαρτίου 2020

Ἀγαπητοί Γονεῖς, Συνεργάτες καί Μαθητές τῶν Ἐκπαιδευτηρίων μας,

Αὔριο ξημερώνει τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί οἱ Ἐκκλησιές στήν Πατρίδα μας μένουν κλειστές μέ τήν φοβερή ἀπειλή τῆς νόσου, πού μαστίζει τήν ἀνθρωπότητα.

Ἀνήμερα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ δέν μποροῦμε νά πᾶμε, νά ψάλουμε πανηγυρικά  τό περίφημο τροπάριο τῆς ἑορτῆς, τό  «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον…». Ἄλλωστε πόσοι ἀπομένουν ἱκανοί νά καταλάβουν ἀπό ποιό «κεφάλαιο» ἔχουμε τόση ἀνάγκη σήμερα;

Ἀπομένουν ὅμως ἀκόμη καί σήμερα οἱ Ἕλληνες, σέ δύσκολες ὧρες, ἱκανοί νά θυμοῦνται ἐκείνους, πού ἔσωσαν τό γένος, πού ἀνάστησαν τήν Ἑλλάδα, καταφεύγοντας στή μόνη «Ὑπέρμαχο Στρατηγό» τους. Στή δική τους διδαχή καταφεύγουμε κι ἐμεῖς σήμερα.

Λίγες μέρες πρίν τή γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί τοῦ ξεσηκωμοῦ γιά τήν ἀνάσταση τοῦ γένους, τόν Μάρτιο τοῦ 1821, πρωτοφανερώθηκε σέ ὅραμα ἡ Παναγιά τῆς Τήνου καί ζήτησε νά ψάξουν γιά τήν ἀρχαία εἰκόνα της τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί νά τῆς ξανακτίσουνε τήν ἐκκλησιά της. Ἐκείνη τή χρονιά ἡ εἰκόνα της δέ βρέθηκε. Βρέθηκε δύο χρόνια ἀργότερα, τέλη Ἰανουαρίου τοῦ 1823, τότε πού ὁ ἀγώνας  τήν εἶχε πιό πολύ ἀνάγκη καί  ἀπό τούς πρώτους πού πήγανε νά προσκυνήσουν ἦταν ἀπό τούς πιό μεγάλους ἥρωες, ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ Κανάρης, ὁ Μιαούλης, ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης καί ὁ Νικηταράς, πού εἴχανε στενή σχέση μαζί Της καί στήν Παναγία στήριζαν τή βεβαιότητα γιά τή νίκη τους.

Αὐτή τή στενή σχέση μᾶς ἄφησε στά γραμμένα του μέ μοναδική δύναμη ὁ Κολοκοτρώνης, γιά τότε πού ὁ ἀγώνας τους φαινότανε χαμένος.

«Ἔκατσα πού ἐσκαπέτισαν (διέφυγαν) μέ τά μπαϊράκια τους ἀπεκατέβηκα κάτω. Ἦταν μιά ἐκκλησία εἰς τόν δρόμον, ἡ Παναγία στό Χρυσοβίτσι, καί τό καθησιό μου ἦτο ὅπου ἔκλαιγα τήν Ἑλλάς… Σίμωσα, ἔδεσα τό ἄλογό μου σ’ ἕνα δένδρο, μπῆκα μέσα καί γονάτισα. Παναγία μου, εἶπα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου καί τά μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου, βοήθησε καί τούτη τή φορά τούς Ἕλληνες νά ψυχωθοῦν. Ἔκανα τό Σταυρό μου, ἀσπάσθηκα τήν εἰκόνα της, βγῆκα ἀπό τό ἐκκλησάκι, πήδηξα στό ἄλογό μου καί ἔφυγα. Σέ λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν ὀχτώ ἁρματωμένοι, ὁ ἐξάδελφός μου ὁ Ἀντώνης Κολοκοτρώνης καί ἑπτά ἀνήψια του.

 – Κανείς δέν εἶναι στήν Πιάνα, μοῦ εἶπε ὁ Ἀντώνης. Οὔτε στήν Ἀλωνίσταινα. Εἶναι φευγάτοι.

 – Ἄς μή εἶναι κανείς ἀποκρίθηκα. Ὁ τόπος σέ λίγο θά γιομίση παλληκάρια… Ὁ Θεός ὑπέγραψε τήν λευτεριά τῆς Ἑλλάδος καί δέν θά πάρη πίσω τήν ὑπογραφή του».

      (Θ. Κολοκοτρώνης, «Ἀπομνημονεύματα»).

Ἡ Παναγία μας εἶχε ἀπομείνει μόνη καταφυγή στόν στρατηγό Μακρυγιάννη, ὅταν εἶχε γίνει κράτος ἡ Ἑλλάς ἀλλά εἶχε κιόλας ξεχάσει πού χρώσταγε τή σωτηρία της. Τήν Παναγία ἔβλεπε στά «ὁράματα» του καί σ’αὐτῆς τά «θάματα» πίστευε ἡ καταπληγωμένη ἀπό τήν κατάντια τῆς πατρίδας του ψυχή του.

            «Θεοτόκο, μητέρα τοῦ παντός…, προστρέχομεν οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ ἀδύνατοι, εἰς τήν ἐσπλαχνίαν τῆς ἀγαθότης σου, νά λυπηθεῖς τούς ἀθώους ἐκείνους… ὁπού ’τρέξαν ξιπόλυτοι καί γυμνοί, ἐκείνους ὁπού ἄφησαν χῆρες καί ἀρφανά, ἐκείνους ὁπού ’χυσαν τό αἷμα τους, κατά τόν ὅρκον τους, ν’ ἀναστηθεῖ διά τῆς δυνάμεως τοῦ Παντοκράτορα ἡ σκλαβωμένη τους πατρίδα καί νά λαμπρυθεῖ ὁ σταυρός τῆς ὀρθοδοξίας, καί δι’ αὐτόν τόν ὅρκον αὐτεῖνοι πέθαναν δι’ αὐτείνη τήν πατρίδα καί θρησκεία, καί θυσίασαν καί τό ἔχει τους…, Θεοτόκο μου, νά περικαλέσεις τόν ἀφέντη μας καί τόν μονογενήν σου ν’ ἀναστήσει πίσου αὐτά … ὁπού κατακερματίσαμεν ἐμεῖς οἱ ἀχάριστοι καί μᾶς ἦβρε ἡ δίκια του ὀργή… καί νά φέρει πίσου τήν εὐκή του καί τήν εὐλογίαν του καί τῆς βασιλείας του, ὁπού τήν στερηθήκαμεν ἀπό τήν κακία μας καἰ διοτέλεια μας καί ἐγίναμεν ἡ παλιόψαθα τῆς κοινωνίας, καί ἐγίναμεν καθώς φαινόμαστε ὥς τήν σήμερον».                                                                                                        (Στρατηγός Μακρυγιάννης «Ὁράματα καί θάματα»).

Σήμερα, ὅσοι ἀπομένουν ἔμπιστοι, σάν τόν Κολοκοτρώνη καί τόν Μακρυγιάννη, νά συνάψουνε μυστικές συμφωνίες μέ τήν Παναγία, ἔχουνε χρέος νά ἐμπνεύσουν ν’ ἀκολουθήσουν τό ἡρωϊκό παράδειγμά τους καί οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες.

Ὅσοι ἀπομένουν ἄξιοι νά προσφεύγουν μέ κλάματα στή χάρη Της γιά τήν σημερινή «Ἑλλάς». Ὅσοι ἀπομένουν ἀντάξιοι νά δεχτοῦν τήν προσταγή Της, νά ψάξουνε νά βροῦνε τήν κρυμμένη στά σημερινά χαλάσματα εἰκόνα Της, αὐτοί μποροῦνε ν’ ἀναλάβουν τό μεγάλο χρέος.

Αὐτοί καί σήμερα μέ τή μυστική μαρτυρική πορεία τους, μέ τούς ἀγῶνες τους γιά τήν ἀλήθεια, τήν ἐλευθερία καί τό δίκαιο, μέ μεγάλα «ὁράματα», μέ τήν πίστη τους στό ποιός κυβερνάει τελικά αὐτό τόν κόσμο, αὐτοί μέ τήν καταφυγή στή μεσιτεία Της θά δοῦνε καί σήμερα τά «θάματα», πού τόσο ἔχουμε ἀνάγκη.

 

Μέ τιμή καί ἀγάπη ἐπικαλούμενοι τή Χάρη της

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ